Ένας διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για την κατασκευή φοιτητικής κατοικίας στην περιοχή του Μεταξουργείου γίνεται η αφορμή για μια εκ νέου συζήτηση σχετικά με την χωροθέτηση των φοιτητικών κατοικιών και τη δημόσια πρωτοβούλια.
Μια πρωτότυπη έκθεση αρχιτεκτονικής με τον τίτλο Up to 35 θα εκτυλίσσεται μέχρι το τέλος του χρόνου, στην περιοχή του Μεταξουργείου. Η έκθεση είναι αποτέλεσμα ενός διεθνούς διαγωνισμού που προκύρηξε γνωστή ιδιωτική αναπτυξιακή εταιρία, με στόχο τη δημιουργία μιας Πρότυπης φοιτητικής κατοικίας στην περιοχή.
Αρχιτέκτονες μέχρι 35 χρονών απ’ όλο τον κόσμο κλήθηκαν,να καταθέσουν τις σχεδιαστικές τους προτάσεις για την κατασκευή συγκροτήματος κατοικιών για φοιτητές, στον Κεραμεικό και το Μεταξουργείο στην Αθήνα. Η οδός Μαραθώνος 34 που βρίσκεται το οικόπεδο ανεγερσης της μελλοντικής φοιτητικής κατοικίας είναι γεμάτο εντυπωσιακά σχέδια και μελέτες. Η φαντασία των νέων δημιουργών πραγματικά οργιάζει και το προηγμένο design δίνει τη θέση του στον βαρύ σχεδιασμό πολυόροφων κτιρίων που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε.
Στόχος του διαγωνισμού ήταν να ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα της επόμενης γενιάς σχεδιαστών και να ενισχύσει την αρχιτεκτονική έρευνα και την εφαρμογή σύγχρονων προγραμμάτων αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Στους δημιουργούς δόθηκε η ελευθερία να προτείνουν τη δική τους τυπολογία κτιρίων λαμβάνοντας πάντα υπόψη τους τον περιβάλλοντα χώρο και τις απαιτήσεις δόμησης.
Ο Ιάσων Τσάκωνας είναι ο εμπνευστής της δημιουργίας αυτού του διαγωνισμού εκπροσωπος της κατασκευαστικής εταιρίας και μέλος της κριτικής επιτροπής. «Η ιδέα ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2009. Γενικά μας απασχολούσε η προοπτική της αξιοποίησης αυτής της περιοχής. Η ιδέα δημιουργίας φοιτητικής εστίας μπορεί να βοηθήσει στην αναζωογόνηση του τόπου και η αρχή μπορεί γίνει από αυτό εδώ το μικρό οικόπεδο και στο μέλλον να συνεχίσουμε και με τη διαμόρφωση άλλων οικοπέδων».
Συνολικά οι συμμετοχές έφτασαν τις 254 από όλο τον κόσμο εκ των οποίων οι 50 ελληνικές.Η προκύρηξη του διαγωνισμού που έγινε το καλοκαίρι είχε ως αποτέλεσμα να αναδείξει πέντε φιναλίστ: Δυο ομάδες από την Ιαπωνία, μια από την Ολλανδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες και δύο Πορτογάλοι οι οποίοι δηλώνουν έδρα την Αθήνα.
Ο διαγωνισμός ανάδειξε σχέδια και νέες ιδέες για το αστικό τοπίο και στόχευσε σε ένα δεύτερο επίπεδο να επανεξετάσει τα υπάρχοντα πρότυπα κατοικίας σε κοινότητες.
Κατά τη διάρκεια της έκθεσης κάθε ενδιαφερόμενος μπορούσε να ψηφίσει κάποιο από τα πέντε έργα που έχουν επιλεχθεί από την επταμελή κριτική επιτροπή. Οριστική μελέτη για την κατασκευή του κτιρίου θα υποβληθεί έως τις 11 Ιανουαρίου 2010 οπότε και η κριτική Επιτροπή θα συνεδριάσει εκ νέου για την αξιολόγηση των φιναλίστ. Η γνώμη του κοινού θα αποτυπωθεί ως μια επιπλέον ψήφος. Η νικητήρια μελέτη θα υλοποιηθεί καθώς ο δημιουργός θα λάβει χρηματικό έπαθλο και θα μπορέσει να κατασκευάσει το έργο του στο εν λόγω οικόπεδο, ιδιοκτησία της εταιρίας, εμβαδού 200 τ.μ. με συντελεστή δόμησης 2,2 . Μάλιστα θα υπάρξει πρόβλεψη δυνατότητας επανάληψης στοιχείων του αρχιτεκτονικου σχεδίου σε γειτονικά οικόπεδα, ώστε να δημιουργηθεί ένα Νέο Φοιτητικό Κέντρο στην περιοχή.
Αυτός ο διαγωνισμός και η πρόθεση μιας ιδιωτικής εταιρίας να κατασκευάσει φοιτητικές κατοικίες στην περιοχή γεννά εύλογα διάφορα ερωτήματα που σχετίζονται τόσο με την χωροταξία, όσο και με την κατασκευή , ως δικαιολογία αναβαθμισης μιας περιοχής που τελευταία συνηθίζεται να σχετίζεται με αναθεωρήσεις γύρω από τον τρόπο χρήσης των ιδιωτικών και δημόσιων χώρων της. Μάλιστα όλα αυτά σε μια χώρα που σε έναν φοιτητικό πληθυσμό της τάξης των 350.000 μόλις οι 8.000 στεγάζονται σε εστίες.
Στο λεκανοπέδιο της Αττικής υπάρχουν τέσσερα μεγάλα συγκροτήματα φοιτητικών εστιών (Πατησίων, Ιλίσια, Ζωγράφου,Πολυτεχνείο) που καλύπτουν ποσοστό μόλις λίγο πάνω από το 1% των εγγεγραμμένων φοιτητών των ιδρυμάτων Αθήνας και Πειραιά. Εδώ και μια δεκαετία οι φοιτητικές εστίες έχουν μειωθεί αντί να αυξηθούν, σε πλήρη αντίθεση με τον αριθμό των φοιτητών ο οποίος αυξήθηκε σε μεγάλο ποσοστό. Συγκεκριμένα, ενώ λειτουργούσαν φοιτητικές εστίες του Πανεπιστημίου Πειραιά και του Παντείου, τώρα δεν υπάρχουν πια και οι ανάγκες καλύπτονται με επινοικίαση ξενοδοχείων, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
«Η ανάγκη για την κατασκευή νέων φοιτητικών εστιών ,είναι πολύ μεγάλη αποτελεί όμως αποκλειστικά υποχρέωση του κράτους όπως είναι η δωρέαν σίτιση και στέγαση». Η Θεανώ Φωτίου είναι καθηγήτρια αρχιτεκτονικής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων στην Αρχιτεκτονική σύνθεση. Το 2001 μαζί με την επίσης καθηγητρια αρχιτεκτονικής Ελένη Πορτάλιου εκπόνησαν μελέτη εν όψει της νέας φοιτητικής εστίας του Πολυτεχνείου πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες.
«Τα πανεπιστήμια διαθέτουν ακίνητες περιουσίες ακόμα και μέσα στο κέντρο της πόλης, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή νέων φοιτητικών εστιών. Παρόλα αυτά τα κτίρια παραμένουν κενά ή ενοικιάζονται σε ιδιώτες ως επαγγελματικές στέγες.»
Χωροταξικά και Φοιτητικά
Μαζεύοντας πληροφορίες για την χωροταξία των φοιτητικών εστιών στην χώρα μας, έπεσε στα χέρια μου ένα σύγγραμα του Αντώνη Τρίτηση σχετικά με το Χωροταξικό σχέδιο σε Ελλάδα και Αθήνα. Ξεκινώντας με την επεξήγηση του όρου «Χωροταξία» τονίζεται το αδόκιμο του όρου που πάντως δε σημαίνει απλώς «τάξις στον χώρο» περισσότερο από ότι «ξενοδοχείο» σημαίνει απλά «ξενοδοχείο». Διαβάζοντας παρακάτω, ο αειμνιστος κύριος Τρίτσης μιλάει για Πολιτικοστρατιωτικό χωροταξικό σχεδιασμό συνδέοντας μάλιστα και την ύπαρξη πανεπιστημίων μέσα στα αστικά κέντρα: «Η ύπαρξη πανεπιστημίων μέσα στην καρδιά της πόλης, διαμορφώνει άμεσα επικοινωνία και αλληλεπίδραση σπουδαστών και κοινωνίας. Η δημιουργία «πανεπιστημιουπόλεων» και η απομόνωση τους από τον αστικό ιστό, καταλύει αυτή τη σχέση. Τα καθεστώτα που αισθάνονται ανασφάλεια μεταφέρουν τα πανεπιστήμια μακριά για να μη «μολύνουν» το κοινωνικό σύνολο οι σπουδαστές. Ανάλογες είναι οι σχέσεις «βιομηχανικών περιοχών», εργατών, κοινωνικού συνόλου, χωροταξικού ιστού και κυβερνητικής πολιτικής.»
Εδώ αξίζει να σημειώσουμε πως το 1968 ιδρύθηκε η πολυτεχνιούπολη Ζωγράφου κατά τα πρότυπα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων των ευρωπαϊκών χωρών. Η λογική τότε ήταν οι φοιτητικές εστίες και τα πανεπιστήμια να βρίσκονται εκτός κέντρου. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με τη μεταρρύθμιση Παπανδρέου της δεκαετίας του ’60 αλλά και με την άνοδο της δικτατορίας στην εξουσία.
Λίγο μετέπειτα ιδρύονται δύο ισχυροί περιφερειακοί πόλοι σε ολη την χώρα, στην Πάτρα και τα Γιάννενα και δρομολογείται η δημιουργία των campus δηλαδή των συγκροτημένων σύμφωνα με τις νέες μεταπολεμικές-μοντέρνες αντιλήψεις πανεπιστημιουπόλεων στις παρυφές των πόλεων. Ο επιστημονικός κόσμος της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας ισχυρίστηκε ότι η χωροθέτηση των πανεπιστημιουπόλεων εκτός των πόλεων, οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό, με την ανάγκη ελέγχου τους, μετά τις διεθνείς φοιτητικές εξεγέρσεις (πόλεμος του Βιετνάμ και Μάης του ’68). Το αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι οι αποφάσεις για τη δημιουργία των campus, είχαν ληφθεί χρόνια πριν από αυτές τις διεθνείς εξελίξεις ή το ελληνικό 1973.
Από το 1982 αρχίζει σαφώς η περιφερειακή πανεπιστημιακή έκρηξη. Η Ελλάδα προσπαθεί να ακολουθήσει εκείνη την περίοδο την διεθνή πραγματικότητα μαζικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης και δημιουργίας ΑΕΙ στην επαρχία. Την περιόδο αυτή γίνεται μεγάλη κριτική για τό ό,τι οι δεν είναι σωστό να βρίσκονται τα πανεπιστήμια και οι φοιτητικές εστίες εκτός του κέντρου των πολεων. Η προβληματική αυτή γύρω από του που θα πρέπει να βρίσκονται τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και οι τόποι διαμονής των φοιτητών, συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο τελευταίος λόγος έγινε από την προηγούμενη κυβέρνηση που ήθελε να μεταφερθούν τα τμήματα που λειτουργούν στο κέντρο της Αθήνας στην Πανεπιστημιούπολη και στην Πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου. Πανεπιστημιακοί και φοιτητικοί σύλλογοι όμως συνεχίζουν να αντιδρούν.Η κυρία Θεανώ Φωτίου προσθέτει: «Εμείς ως αρχιτέκτονες και πανεπιστημιακοί, θέλουμε τους φοιτητές στο κέντρο της πόλης καθώς είναι ένας πληθυσμός συμβατός με τους υπόλοιπους πληθυσμούς και συγχρονίζεται επίσης και με τις διάφορες πολιτισμικές ομάδες. Είμαστε ενάντια στα φοιτητικά γκέτο. Με το να χαρακτηρίζεται η ύπαρξη πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και φοιτητικών κατοικιών ως εστίες αναταραχής αυτό έχει ως συνέπεια τον εκτοπισμό του φοιτητικου κοσμου και από τον εκπαιδευτικό χώρο και από τον χώρο διαμονής. Παράλληλα είναι «μια καλή ευκαιρία» να εκμεταλλευτούν εμπορικά οι ιδιώτες τους χώρους αυτούς που βρίσκονται στο κέντρο και αποτελούν «φιλέτα ».
Από αυτό το σημείο όμως ξεκινάει η συζήτηση περί συνεπειών μιας παρέμβασης του ιδιωτικού κεφαλαίου. «Αν ιδιώτες μπουν στον φοιτητικό χώρο «φροντίζοντας» για την ίδρυση κατοικιών και εστιών αυτό συνεπάγεται την εμπορευματοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης αφήνοντας ένα ανοιχτό παράθυρο στη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων». Πράγματι η ανάμιξη των ιδιωτών με την ίδρυση φοιτητικών υποδομών είναι ένας ενδιαφέρον τομέας για παραπάνω κέρδος.
Το παράδειγμα του Μεταξουργείου και το ιδιωτικό κεφάλαιο
Για πολλούς το Μεταξουργείο αποτελεί το νέο «φιλέτο» των ιδιωτών. Μετά τις περιοχές Γκάζι και Ψυρρή , είναι η περιοχή μαζί και ο Κεραμεικός που έχουν οικονομικό ενδιαφέρον καθότι βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο και οι τιμές διατηρούνται ακόμη χαμηλά λόγω της υποβάθμισης από τη χρήση του χώρου και των εγκατελελειμένων κτισμάτων. Η παρουσία μιας φοιτητικής γειτονιάς μέσα στη συγκεκριμένη περιοχή αποτελεί θέμα που εντάσσεται γύρω από μια ευρύτερη συζήτηση σχετικά με μια πολιτική ανάπτυξης της γύρω περιοχής.
Η αρχή έγινε με το άνοιγμα χώρων Τέχνης όπως γκαλερί και θέατρα αλλά και με τη φιλοξενεία της Μπιενάλλε της Αθήνας. Αρχιτέκτονες αλλά και κάτοικοι της περιοχής τοποθετούνται για τους τρόπους αναβάθμισης και εναντιώνονται στη δύναμη του επενδυτικού κεφαλαίου. Η «Ανοιχτή Πόλη» είναι μια δημοτική κίνηση που αντιδρά στην αυθαίρετη χρήση των δημόσιων και ιδιωτικών χώρων της περιοχής: « Στο Μεταξουργείο φαίνεται ότι, όποιο κι αν είναι το κοινωνικό και πολιτικό κόστος, ανοίγει το πεδίο για την ανάπλαση από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ήδη η περιοχή έχει προσελκύσει επενδύσεις του δημοσίου ή μη κερδοσκοπικών φορέων, που κατευθύνονται στη δημιουργία κτιρίων πολιτισμού προκειμένου να «αναπτυχθεί και εξελιχθεί μια υποβαθμισμένη περιοχή της πόλης σε πόλο έλξης πολιτιστικών δραστηριοτήτων που θα πλαισιώνονται από νέες και παλιές πολυτελείς κατοικίες». Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει σε περιπτώσεις εξώσεων φτωχών οικογενειών από κατοικίες που μετατράπηκαν τάχιστα σε ιδιωτικούς «χώρους τέχνης»… Η περιοχή μεταλλάσσεται και συνακόλουθα βλέπουμε ήδη φαινόμενα όπως ο εκτοπισμός πάνω από 2000 ανθρώπων,από τις επαγγελματικές τους στέγες.»
Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι δε θα πρέπει να υπάρχουν χώροι Τέχνης ή και φοιτητικός κόσμος στην περιοχή. Η κυρία Φωτίου υπογραμμίζει: «Σε αυτά τα υποθμισμένα μέρη θα έπρεπε να επέμβει το κράτος και να προχωρήσει το ίδιο στην εξυγιανσή τους με: 1ον Αναπλάσεις των δημοσίων χώρων και 2ον αναπλάσεις κατοικιών που θα πρέπει να δοθούν στα χαμηλά στρώματα, αντί για να τα εκτοπίσουν από την περιοχή.Και όντως στην περιοχή αυτή του Μεταξουργείου μπορούν να μείνουν φοιτητές και να δημιουργηθεί ένα νέο Φοιτητικό κέντρο, αρκεί αυτό να συμβεί με δημόσια κι όχι ιδιωτική πρωτοβουλία».
Ο Δημόσιος χώρος είναι ένας ακριβός χώρος καθώς αφορά τους πολίτες, οι οποίοι πρέπει να λαμβάβουν υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Η κυρία Φωτίου εξηγεί: «Η εκμεταλλευσή τους από ιδιώτες δεν οδηγεί στην απαραίτητα στην αναβάθμιση όταν δεν υπάρχει κρατικός έλεγχος. Δε συνεπάγεται η αναβάθμιση με τραπέζια και καρέκλες των διάφορων καφέ στα πεζοδρόμια.
Ωστόσο ο τρόπος που λειτουργούν οι μεγάλες κατασκευαστικές είναι λίγο πολύ γνωστός σε όλους. Αγοράζουν οικόπεδα και περιουσίες σε υποβαθμισμένες περιοχές όπως αυτή του Μεταξουργείου, αφήνουν να περάσει κάποιο διάστημα να πέσουν κι άλλο οι τιμές λόγω της χρήσης των χώρων (π.χ. πορνεία, αστεγοι, μετανάστες) και μετά σιγά σιγά προχωράν στις κατασκευές «αναβαθμίζοντας» τη γειτονιά και διατηρώντας χαμηλές τις τιμές. Έπειτα ακολουθούν «οι φοιτητές» που θα μείνουν πιο εύκολα στην υπο αναβάθμιση αυτή περιοχή από τα μεσοαστικά στρώματα. Ο τρόπος αυτός ονομάζεται gentrification και εκφράζει τη διαδικασία κατα την οποία οι φτωχές εργατικές συνοικίες στο κέντρο τη πόλης αναμορφώνονται μέσω δράσης του κτηματικού κεφαλάιου, των μεσοαστών αγοραστών και ενοικιαστών ακινήτων και των ιδιοκτητών γης και κατοικιών. Ωστόσο οι ανώδυνες περιγραφές του φαινομένου περιλαμβάνουν τους όρους «αναβάθμιση», «αναγέννηση».»
Εν κατακλείδι και αναφορικά με την έκθεση αρχιτεκτονικής με την οποία ξεκινήσαμε το άρθρο, θα πρέπει να σημειωθεί πως αυτο που πραγματικά λείπει είναι μια κρατική πολιτική φοιτητικών εστιών που πραγματικά να μεριμνά. «Υπάρχει ένα τεράστιο υλικό από διπλωματικές εργασίες και μελέτες σχετικά με την χωροθέτηση και τη δημιουργία φοιτητικών εστιών από φοιτητές-αρχιτέκτονες όλων των τμημάτων αρχιτεκτονικής της χώρας που θα μπορούσαν τα εκάστοτε υπουργεία να εκμεταλλευτούν για την δημιουργία κατάλληλων φοιτητικών εστιών σε κατάλληλους χώρους αντί να αφήνονται ερμαιο στα χέρια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου